Εγγραφή της Μεσογειακής δίαιτας στον Παγκόσμιο Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς

05 Δεκεμβρίου 2013

Στη διάρκεια της συνάντησης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για τη Σύμβαση της UNESCO για την προστασία της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, η οποία πραγματοποιείται στο Baku (Αζερμπαϊτζάν, 2-8 Δεκεμβρίου 2013), εγκρίθηκε η αναγνώριση της Μεσογειακής Διατροφής ως αγαθού άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, στην αναθεωρημένη μορφή της, με την οποία διευρύνεται η ομάδα χωρών που την είχαν αρχικά προτείνει στην UNESCO το 2010. Συγκεκριμένα, η ομάδα αποτελείται από τα ακόλουθα κράτη: Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία, Κροατία, Κύπρος, Μαρόκο, Πορτογαλία.
Αναγνωρίζοντας την ανάγκη προβολής και διαφύλαξης της εθιμικής ζωής των λαών, παράλληλα με την προστασία των υλικών πολιτιστικών αγαθών, η UNESCO έθεσε σε εφαρμογή το 2003 μία νέα Σύμβαση, η οποία δεσμεύει τα κράτη για τη διαφύλαξη, την καταγραφή και τη μετάδοση των στοιχείων άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας. Ως όρος, η άυλη πολιτιστική κληρονομιά περιλαμβάνει πρακτικές, αναπαραστάσεις, εκφράσεις, γνώσεις, δεξιότητες - καθώς και τα εργαλεία, αντικείμενα, χειροτεχνίες και πολιτιστικούς χώρους που σχετίζονται με αυτές – τα οποία οι κοινότητες και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα άτομα, αναγνωρίζουν ως συστατικά στοιχεία της ταυτότητάς τους. Αυτή η κληρονομιά μεταδίδεται από γενιά σε γενιά και αναπροσαρμόζεται διαρκώς σύμφωνα με τις εκάστοτε ανάγκες του περιβάλλοντος και της ιστορίας, καλλιεργώντας την αντίληψη της συνέχειας στους φορείς των παραδόσεων και συμβάλλοντας στην προώθηση της πολιτιστικής ποικιλομορφίας και της ανθρώπινης δημιουργικότητας.

Η Μεσογειακή Διατροφή (Mediterranean Diet) αναφέρεται στο σύνολο των γνώσεων, εθίμων, συμβολισμών και παραδόσεων που συνδέονται με τη διαδικασία καλλιέργειας, παρασκευής και κατανάλωσης προϊόντων στον ευρύτερο μεσογειακό χώρο. Άλλωστε, και η ετυμολογία της «δίαιτας», εμπεριέχει την έννοια της καθιέρωσης ενός τρόπου ζωής. Η καλλιέργεια, η συγκομιδή, η αλιεία, η συντήρηση, το μαγείρεμα και η συνάθροιση των ανθρώπων γύρω από το τραπέζι αποτελούν περιστάσεις κατά τις οποίες αξιοποιούνται εμπειρικές γνώσεις για τη φύση όπως προέκυψαν από αιώνων παρατήρηση των φυσικών φαινομένων και γίνονται ευκαιρία για συνεύρεση και ανταλλαγή αφηγήσεων και απόψεων μεταξύ ανθρώπων κάθε φύλου και ηλικίας. Η εξέχουσα σημασία της διατροφής αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι αρκετές από τις πολιτιστικές εκφράσεις των λαών της Μεσογείου συνδυάζουν φαγητό, μουσική και χορό.

Η Μεσογειακή διατροφή χαρακτηρίζεται από ένα θρεπτικό πρότυπο το οποίο έχει παραμείνει σταθερό στο χώρο και στο χρόνο. Βασικά προϊόντα της είναι το ελαιόλαδο, τα δημητριακά, τα φρέσκα φρούτα και οι ξηροί καρποί, μέτρια ποσότητα ψαριών, γαλακτοκομικά προϊόντα και κρέας, και αρκετά καρυκεύματα και μπαχαρικά. Τα τρόφιμα αυτά καταναλώνονται συνήθως με τη συνοδεία κρασιού, εκχυλισμάτων από βότανα ή άλλων τοπικών προϊόντων, σύμφωνα με τις πεποιθήσεις κάθε κοινότητας. Ως τρόπος ζωής, η συγκεκριμένη διατροφή διαμορφώθηκε από το μεσογειακό κλίμα αλλά και τις ιδιαίτερες γεωμορφολογικές συνθήκες κάθε περιοχής. Οι χώρες που συμμετείχαν στην ετοιμασία της αίτησης χρησιμοποίησαν μία εμβληματική κοινότητα για την περιγραφή της Μεσογειακής Διατροφής στην επικράτειά τους. Συγκεκριμένα, οι εμβληματικές κοινότητες είναι: Κορώνη (Ελλάδα), Soria (Ισπανία), Cilento (Ιταλία), Hvar (Brač, Κροατία), Αγρός (Κύπρος), Chefchaouen (Μαρόκο) και Tavira (Πορτογαλία). Οι πιο πάνω κοινότητες δεσμεύτηκαν μαζί με το κράτος ότι θα λάβουν μέτρα για περαιτέρω προβολή και προστασία της Μεσογειακής Διατροφής, σε συνεργασία μεταξύ τους και με άλλους φορείς σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.

Ο Αγρός είναι ένα παραδοσιακό χωριό στην οροσειρά του Τροόδους, στην περιοχή Πιτσιλιάς. Βρίσκεται πάνω σε μια διαδρομή του κρασιού, που διασχίζει πευκόφυτες περιοχές με αμπελώνες στις πλαγιές του βουνού, αμυγδαλιές, φουντουκιές, καρυδιές και άλλα οπωροφόρα δέντρα, άγριες τριανταφυλλιές και αρωματικά φυτά, τα οποία αποτελούν την πρώτη ύλη για την παρασκευή προϊόντων της κυπριακής κουζίνας και γενικότερα της Μεσογειακής Διατροφής. Η ποικιλία του φυσικού τοπίου, οι βυζαντινές εκκλησίες που συναντά κανείς στη διαδρομή, η εγκάρδια φιλοξενία και η διατήρηση πατροπαράδοτων εθίμων καθιστούν την περιοχή της Πιτσιλιάς γενικά –και τον Αγρό ειδικά- μία από τις ομορφότερες περιοχές της Κύπρου στην οποία επιβιώνουν γνωρίσματα της κυπριακής ταυτότητας και πολιτιστικής φυσιογνωμίας.

Η περιοχή Πιτσιλιάς, στην οποία ανήκει ο Αγρός, φημίζεται για την παραγωγή αλλαντικών από χοιρινό κρέας (χοιρομέρι, ποσυρτή, λούντζα και λουκάνικα Πιτσιλιάς), το οποίο «ψήνεται» (ωριμάζει) σε κόκκινο κρασί και καπνίζεται με την καύση γηγενών κλαδιών και θάμνων. Στην παρασκευή τους χρησιμοποιείται ο κόλιαντρος, που είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μπαχαρικά της κυπριακής κουζίνας (βλ. Γαστρονομικός Χάρτης Κύπρου, Τμήμα Γεωργίας). Τα αλλαντικά αυτά, όπως και η τσαμαρέλα και το απόχτιν (από αιγινό κρέας) χρησιμοποιούνται ευρέως ως συνοδευτικά της ζιβανίας. Οι κάτοικοι της περιοχής φημίζονται επίσης για την παραγωγή φουντουκιών, σουτζιούκου, ππαλλουζέ και κκιοφτερκών, γλυκών του κουταλιού, αλλά κυρίως για το χαρακτηριστικό ροδόσταγμα Αγρού από αγριοτριανταφυλλιές. Στον Αγρό στεγάζεται επίσης το Επαρχιακό Γεωργικό Γραφείο Πιτσιλιάς, όπου λειτουργεί και το Κέντρο Γεωργικής Εκπαίδευσης, με στόχο την ενημέρωση και κατάρτιση των γεωργοκτηνοτρόφων της περιοχής στην καλλιέργεια ποιοτικών και ασφαλών γεωργικών προϊόντων.

Για την ετοιμασία του φακέλου υποψηφιότητας της Κύπρου συνεργάστηκαν η Κυπριακή Εθνική Επιτροπή UNESCO, η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Κύπρου στην UNESCO, η Δρ Άγγελ Νικολάου Κονναρή (εμπειρογνώμονας σε θέματα άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς στην Κύπρο), οι Πολιτιστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, το Τμήμα Γεωργίας του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και η κοινότητα Αγρού. Στην καταγραφή των τοπικών προϊόντων Μεσογειακής Διατροφής που περιγράφονται στο φάκελο αξιοποιήθηκαν, μεταξύ άλλων πηγών, ο Γαστρονομικός Χάρτης της Κύπρου που εξέδωσε το Τμήμα Γεωργίας και η έκδοση του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών Από την Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της Κύπρου (Λευκωσία 2012).

Την υποψηφιότητα της Κύπρου και την εγγραφή της Μεσογειακής Διατροφής στον Παγκόσμιο Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, με εμβληματική κοινότητα τον Αγρό, στήριξαν, μεταξύ άλλων, το Μουσείο Κυπριακών Τροφίμων και Διατροφής, το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, το ΤΕΠΑΚ, τα Οινοποιεία Τσιάκκα και Κυπερούντας, το Φυσικό Μεταλλικό Νερό Αγρός, η Εταιρεία Oleastro, το Κυπριακό Οινομουσείο, ο Σύνδεσμος Διαιτολόγων και Διατροφολόγων Κύπρου, ο Σύνδεσμος Αρχιμαγείρων Κύπρου, ο Σύνδεσμος Slow Food Κύπρου, το Ιστορικό Μουσείο Κουμανδαρίας Ζωοπηγής, η Εταιρεία Γαστεραία, η Ομάδα Τριανταφυλλοπαραγωγών Αγρού, το Μουσείο Χαρουπιού «Μάυρος Χρυσός», η Οινοβιομηχανία Πετράλωνα και η Ομάδα Παραγωγών Φρούτων και Λαχανικών ΣΕΔΙΓΕΠ.